Αίτιο: Sclerophthora macrospora
Ξενιστές: Αραβόσιτος και άλλα μονοκότυλα φυτά (βελανιδιά, σιτάρι) και ζιζάνια (βέλιουρας)
Διάδοση και σημαντικότητα:
Το παθογόνο συναντάται σποραδικά στις δυτικές και νότιες περιοχές της Ευρώπης. Είναι ένας χαρακτηριστικός μύκητας που αρέσκεται στις ζεστές και υγρές συνθήκες. Η ασθένεια εμφανίζεται πολύ σποραδικά στους μολυσμένους αγρούς. Στην Ευρώπη σπάνια προκαλεί σοβαρές ζημιές. Το μεγαλύτερο πρόβλημα με αυτό το παθογόνο είναι ότι έχει χαρακτήρα επιδημίας.
Συμπτώματακαι παρόμοιεςασθένειες:
Τα μολυσμένα φυτά δεν εμφανίζουν κανένα σύμπτωμα ως την ανθοφορία των θυσάνων. Η μόλυνση είναι εντελώς συστηματική, ξεκινάει από το έδαφος και προχωράει κατά μήκος των αγγείων και στο παρέγχυμα. Ο θύσανος και σπάνια ο στάχυς μεταμορφώνονται. Τα φύλλα είναι στενά, επιμήκη, και χλωρωτικά. Το «φούντωμα» του σπάδικα είναι πολύ χαρακτηριστικό σύμπτωμα, οπότε η συγκεκριμένη ασθένεια δεν συγχέεται με άλλες ασθένειες ή με άλλες φυσιολογικές καταστροφές.
Κύκλος ασθένειας:
Το παθογόνο διαχειμάζει στο έδαφος ως ωοσπόριο και στα ριζώματα των πολυετών μονοκότυλων ζιζανίων όπως ο βέλιουρας. Η δεύτερη περίπτωση είναι σπάνια, η πιο σημαντική είναι η διαχείμαση με ωοσπόρια. Η βλάστηση των ωοσπορίων και η μόλυνση χρειάζονται άφθονο νερό για 1-2 μέρες. Ο μύκητας ζει στο στέλεχος του αραβόσιτου και παράγει ωοσπόρια, τα οποία πέφτουν στα φυτικά υπολείμματα. Αυτά τα ωοσπόρια μπορούν να ζήσουν περισσότερους χειμώνες ως ωοσπόρια. Ο μύκητας πολύ σπάνια μολύνει τους σπόρους αλλά δε μπορεί να εξαπλωθεί κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού.
Αντιμετώπιση:
Δεν υπάρχουν ανθεκτικές ποικιλίες, το παθογόνο μολύνει όλες τις ποικιλίες γλυκού, «ποπ» και ξηρού καλαμποκιού. Η χημική καταπολέμηση δεν μπορεί να προστατεύσει την καλλιέργεια από αυτή την ασθένεια.
Η μόνη αποτελεσματική μέθοδος είναι η αποφυγή της καλλιέργειας του αραβόσιτου σε χαμηλούς, υγρούς αγρούς όπου η κάλυψη του αγρού με νερό είναι συνεχής κατά τη διάρκεια της άνοιξης. Ένας έμμεσος τρόπος που είναι επίσης αποτελεσματικός είναι η ξήρανση του εδάφους.