Η ΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΑ ΤΟΥ ΘΥΜΑΡΙΟΥ

Η ΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΑ ΤΟΥ ΘΥΜΑΡΙΟΥ

Επιστημονική ονομασία : Thymus vulgaris

 Κοινή Ονομασία: Θυμάρι το κοινό

Οικογένεια: LAMIACEAE

 Προέλευση – Εξάπλωση

Θυμάρι είναι η γενική ονομασία των αυτόχθονων ποωδών φυτικών ειδών του γένους Thymus που απαντώνται στην Ευρώπη και την Ασία. Το θυμάρι είναι ιθαγενές φυτό της Δυτικής Μεσογείου. Το όνομα για πρώτη φορά δόθηκε από τους αρχαίους Έλληνες και προέρχεται από το αρχαίο ελληνικό ρήμα Θύω που σημαίνει θυσιάζω για αυτό άλλωστε και το χρησιμοποιούσαν ως θυμίαμα στους ναούς. Άλλη εκδοχή αναφέρει ότι προέρχεται από την λέξη Θύμων που σημαίνει θαρραλέος. Είναι γνωστό ότι οι Ρωμαίοι στρατιώτες το χρησιμοποιούσαν για να αποκτήσουν δύναμη και ενεργητικότητα. Άλλες πηγές αναφέρουν την χρήση του από τους Σουμέριους κατά το 3.500 π.χ. αλλά και από τους Αιγυπτίους που το ονόμαζαν Θαμ και το χρησιμοποιούσαν ως Βαλσαμωτικό και ως αρωματικό.

 Χώρες παραγωγής - Αποδόσεις

Σε πολλές χώρες συμπεριλαμβανομένης και της Ελλάδας τα παραγόμενα προϊόντα της καλλιέργειας διατίθενται στην αγορά είτε ως νωπά είτε ως αποξηραμένα. Οι αποδόσεις σε νωπό προϊόν κυμαίνονται από 5 έως 6 τόνους / εκτάριο (1 εκτάριο=10 στρέμματα) ενώ σε ξηρή δρόγη φθάνουν και τους 2 τόννους / εκτάριο. Οι αποδόσεις σε αιθέριο έλαιο κυμαίνονται από 0,05 – 0,5% ανάλογα με την ποικιλία.

Στην περίπτωση που η καλλιέργεια αρδεύεται οι αποδόσεις σε νωπό προϊόν μπορούν να φθάσουν και τους 15 τόννους / εκτάριο με απόδοση σε αιθέριο έλαιο 0,5 έως 1% ή 75 έως 150 kg / εκτάριο ετησίως. Στην Ελβετία επιλεγμένες ποικιλίες αποδίδουν 3% σε αιθέριο έλαιο και συνολική παραγωγή σε νωπό προϊόν 15 τόνους / εκτάριο. Σε ξηρικές καλλιέργειες οι αποδόσεις διαφέρουν σημαντικά.

Χώρες που παράγουν θυμάρι είναι κυρίως η Ισπανία, η Γαλλία, η Ελβετία, η Ιταλία, η Βουλγαρία, η Πορτογαλία και η Ελλάδα

Το 90% περίπου της παγκόσμιας ποσότητας σε αιθέριο έλαιο θυμαριού παράγεται στην Ισπανία.

Περιγραφή του φυτού

Το Θυμάρι είναι ένας μικρός πολυετής θάμνος, που σπάνια αυξάνεται περισσότερο από 40 εκατοστά ύψος. Η ανάπτυξη του είναι όρθια όσο και έρπουσα.

Τα φύλλα του είναι πολύ μικρά, συνήθως 2,5 έως 5 mm μήκος και διαφέρουν ανάλογα με το είδος και την ποικιλία σε σχήμα, στην κάλυψη από τρίχες, ακόμη και στο άρωμα. Τα φύλλα του Thymus vulgaris είναι ωοειδή έως στενόμακρα, ελαφρώς σαρκώδη κυρτά προς τα μέσα και ιδιαίτερα αρωματικά. Το άρωμα των φύλλων του οφείλεται στην παρουσία του αιθέριου ελαίου, το οποίο δίνει αρτυματική αξία και είναι πηγή των φαρμακευτικών ιδιοτήτων του φυτού.

Τα άνθη του έχουν ένα απαλό μοβ χρώμα και κάλυκα σωληνοειδή ραβδωτό που φέρει τρίχες. Οι σπόροι του είναι στρογγυλοί και πολύ μικροί. Η βλαστικότητα των σπόρων, κάτω από κατάλληλες συνθήκες, μπορεί να διατηρηθεί μέχρι και τρία χρόνια.

 Ποικιλίες

Το γένος Thymus περιλαμβάνει περίπου 215 είδη καθώς και πολλά υβρίδια.

Διακρίνουμε τρεις κύριες ποικιλίες που καλλιεργούνται για χρήση, τις πλατύφυλλες, τις στενόφυλλες και τις variegata.

Οι στενόφυλλες, έχουν μικρά γκριζοπράσια φύλλα και είναι πιο αρωματικές από τις πλατύφυλλες. Είναι γνωστές με το όνομα γερμανικό Θυμάρι.

Το λεμονοθύμαρο (Thymus citriodorus) έχει μεγαλύτερα φύλλα από το κοινό θυμάρι, δεν είναι κυρτά προς τα μέσα και αποτελεί ποικιλία του Τ. serpyllum (άγριο θυμάρι). Το λεμονοθύμαρο θεωρείται μια από τις πιο ανθεκτικές ποικιλίες με το πιο έντονο άρωμα.

Μερικά από τα πιο καλλιεργούμενα είδη ή ποικιλίες για την παραγωγή νωπού ή αποξηραμένου προϊόντος αλλά και για την απόσταξη και παραγωγή αιθέριου ελαίου. αναφέρονται παρακάτω. Είναι γνωστό ότι το φυτό υβριδοποιείται εύκολα και έτσι είναι εύλογο να υπάρχουν και διαφορετικοί διαθέσιμοι τύποι:

  1. T. vulgaris, το κοινό θυμάρι, με έρπουσα ανάπτυξη και με κίτρινο, αργυρό ή ποικιλόχρωμο φύλλωμα χρησιμοποιούμενο περισσότερο στην μαγειρική.

Τ. Zygis, μοιάζει με το παραπάνω και χρησιμοποιείται κυρίως για την παραγωγή αιθέριου ελαίου

Τ. citriodorus, λεμονοθύμαρο, με όρθια ανάπτυξη και φύλλωμα αργυρό έως αργυρόχρυσο, με πολύ έντονο άρωμα λεμονιού.

  Varico, μια εύρωστη ποικιλία, με όρθια ανάπτυξη, με γκρι-μπλε φύλλωμα και εξαιρετική απόδοση σε νωπό προϊόν. Η θυμόλη που παράγει, κυμαίνεται σε πολύ υψηλά επίπεδα (50% και άνω ) και έχει απόδοση σε αιθέριο έλαιο πάνω από 3%. Είναι πολύ ανθεκτική στον παγετό και μπορεί να αναπαραχθεί με σπόρο.

 Κλιματικές απαιτήσεις

Θερμοκρασία,

Αυξάνεται καλά σε εύκρατα κλίματα, σε ζεστές, ξηρές και ηλιόλουστες περιοχές. Είναι απαιτητικό σε φως γι αυτό και θα πρέπει να αποφεύγεται η καλλιέργεια του σε σκιαζόμενες θέσεις, ώστε να αποδίδει τα μέγιστα.

 Βροχόπτωση

Δεν προτιμά την υπερβολική υγρασία, λόγω της ευαισθησίας του στις ασθένειες που προκαλούν σηψιρριζίες.

Οι βροχοπτώσεις στην περιοχή της Μεσογείου, όπου το θυμάρι καλλιεργείται περισσότερο, κυμαίνονται από 500 έως 1000 mm ετησίως, κυρίως το χειμώνα.

 Εδαφικές απαιτήσεις 

 Προτιμά ελαφρά, καλά στραγγιζόμενα εδάφη με pH από 5,0 έως 8,0. Μπορεί να καλλιεργηθεί σε ποικιλία εδαφών, ειδικά σε ασβεστούχα ηλιαζόμενα και ξηρά εδάφη, ακόμη και σε βαριά υγρά, πλην όμως σε τέτοια εδάφη (βαριά και υγρά), η αρωματική του αξία μειώνεται.

 Πολλαπλασιασμός

Πολλαπλασιάζεται με σπόρους, μοσχεύματα, παραφυάδες ακόμη και με διαίρεση. Η απευθείας σπορά στο χωράφι είναι δύσκολη επειδή ο σπόρος είναι πολύ μικρός (3.300-4000 σπόροι ανά γραμμάριο) Για το λόγο αυτό οι σπόροι σπέρνονται είτε σε σπορεία, είτε σε πολλαπλασιαστικούς δίσκους σε βάθος 6 mm ή λιγότερο. Η Βλαστικότητα σπόρου κυμαίνεται σε ποσοστό περίπου 72% (Kretschmer 1989).

Για μεταφύτευση τον Οκτώβριο τα σπορεία ετοιμάζονται περί τα μέσα Αυγούστου ενώ για εαρινή μεταφύτευση τα σπορεία ετοιμάζονται πολύ νωρίς την άνοιξη ή και νωρίτερα, εντός θερμοκηπίων. Τα φυτά μετά από 6 – 8 εβδομάδες, και εφόσον δεν υπάρχει κίνδυνος παγετού (όταν η μεταφύτευση γίνεται την άνοιξη) τα φυτά μεταφυτεύονται.

Επειδή το θυμάρι υβριδίζεται πολύ εύκολα η προέλευση των σπόρων πρέπει να είναι γνωστή, για το λόγο αυτό οι σπόροι πρέπει να είναι πιστοποιημένοι.

Ένας άλλος τρόπος πολλαπλασιασμού είναι με παραφυάδες που λαμβάνονται την άνοιξη από φυτά μητρικής φυτείας.

 Προετοιμασία εδάφους

Καλλιεργείται σε εδάφη που άλλες καλλιέργειες δύσκολα θα μπορούσαν να αποδώσουν ακόμη και να επιβιώσουν. Όλες οι αρωματικές καλλιέργειες που καλλιεργούνται σε εδάφη που κατεργάζονται και βελτιώνονται με ορθές φυσικές πρακτικές βελτίωσης αποδίδουν αιθέρια έλαια υψηλής ποιότητας και μεγάλης ζήτησης σε παγκόσμιο επίπεδο.

Για την ισόρροπη διόρθωση της θρεπτικής κατάστασης της καλλιέργειας, την σωστή διόρθωση του pH, την άσκηση ορθών γεωργικών πρακτικών ώστε να διατηρείται η γονιμότητα του εδάφους και να εξασφαλίζεται η αειφορία του, αλλά και την διευκόλυνση της χρήσης των μηχανημάτων στην καλλιέργεια, η όλη προετοιμασία του εδάφους για την εγκατάσταση της καλλιέργειας θα πρέπει να γίνεται σύμφωνα με τις αρχές Γεωπονικής Επιστήμης και πάντα υπό την καθοδήγηση Γεωπόνου.

 Αποστάσεις πυκνότητα φύτευσης

Στις ΗΠΑ οι συνιστώμενες αποστάσεις φύτευσης είναι 30 εκ. επί των γραμμών και 60 μεταξύ των γραμμών ενώ στην Αυστραλία πυκνότητα φύτευσης 36 φυτά /m2 έχει επιτυχή αποτελέσματα στην μείωση του ανταγωνισμού με τα ζιζάνια. Στην περίπτωση μηχανικής συγκομιδής οι συνιστώμενες αποστάσεις φύτευσης είναι 15 έως 30 cm επί των γραμμών και 60 cm μεταξύ των γραμμών. Οι μηχανές που θα επιλεγούν πρέπει να είναι τέτοιες που δεν θα προκαλούν την καταστροφή των φυτών. Σε κάθε περίπτωση η πυκνότητα της καλλιέργειας θα πρέπει να λαμβάνει την ποικιλία, τον τύπο του εδάφους και την διαθεσιμότητα σε νερό.

 Εποχή φύτευσης

Τα σπορόφυτα μεταφυτεύονται στο χωράφι το φθινόπωρο ή την άνοιξη.

 Λίπανση

Ετησίως και ανάλογα με τα αποτελέσματα της ανάλυσης του εδάφους αλλά και τις ιδιαίτερες συνθήκες ανάπτυξης της καλλιέργειας, βασική εφαρμογή λιπασμάτων που περιέχουν άζωτο, φώσφορο, κάλιο και θείο είναι αναγκαία. Μελέτες έχουν δείξει ότι το θυμάρι αντιδρά θετικά στο άζωτο (Shalaby and Razin 1992, Dambrauskiene et all. 2002) ειδικότερα μετά την συγκομιδή.

Η υπερβολική όμως εφαρμογή αζώτου επηρεάζει την ανάπτυξη, αλλά και την ποιότητα του παραγόμενου αιθέριου ελαίου. Πρόσφατα αποδείχθηκε ότι νεαρά φυτά θυμαριού παρουσιάζουν αύξηση της φωτοσύνθεσης και της παραγωγής βιομάζας σε υψηλές συγκεντρώσεις διοξειδίου του άνθρακα (Tisserat et al., 2002).

Στην περίπτωση που πρόκειται να ενσωματώσουμε στο έδαφος οργανικό λίπασμα (π.χ. κοπριά) καλό είναι να προηγείται ανάλυση. Το θυμάρι σε παγκόσμιο επίπεδο καλλιεργείται με βιολογικό τρόπο και το παραγόμενο αιθέριο έλαιο αγοράζεται σε πολύ καλές τιμές.

 

Άρδευση

 Το θυμάρι αντέχει στην έλλειψη νερού αλλά όταν του παρέχεται το αξιοποιεί πλήρως. Συστηματική στάγδην άρδευση με την αναγκαία ποσότητα νερού, έχει ευεργετικά αποτελέσματα στην απόδοση της καλλιέργειας ειδικότερα όταν η διάθεση του τελικού προϊόντος αφορά την νωπή μορφή του.

 Έλεγχος ζιζανίων

Ο Έλεγχος των ζιζανίων στο θυμάρι όπως και σε όλες τις ποώδεις καλλιέργειες δεν είναι εύκολος. Συνήθως η καταπολέμηση των ζιζανίων γίνεται με σκαλίσματα.

Για τον καλύτερο έλεγχο των ζιζανίων πριν την εγκατάσταση της καλλιέργειας καλό είναι να έχει προηγηθεί αγρανάπαυση του χωραφιού.

Επικάλυψη του εδάφους με οργανικά υλικά επικάλυψης έχει δώσει καλά αποτελέσματα στον έλεγχο των ζιζανίων. Στην περίπτωση αυτή η χρήση και η εφαρμογή αυτών των υλικών γίνεται με τρόπο ώστε να μην ευνοείται η ανάπτυξη ασθενειών εδάφους. Έχουν αναφερθεί περιπτώσεις που χρησιμοποιήθηκαν υλικά επικάλυψης για την προστασία των φυτών από το κρύο και ευνοήθηκαν διάφοροι μύκητες εδάφους.

 Εχθροί

Το θυμάρι συνήθως δεν προσβάλλεται από έντομα καθότι το πτητικό έλαιο του λειτουργεί απωθητικά. Ωστόσο έχουν παρατηρηθεί προσβολές από αλευρώδεις και τετράνυχο.

Οι υποψήφιοι παραγωγοί που θα ασχοληθούν με την συγκεκριμένη καλλιέργεια και προκειμένου να παράγουν ποιοτικό προϊόν, για την αντιμετώπιση των εχθρών, θα πρέπει να επιλέγουν φυσικές μεθόδους καταπολέμησης των επιβλαβών εντόμων εφαρμόζοντας ορθές γεωργικές πρακτικές.

Είναι απαραίτητο να τηρούν ένα πρόγραμμα διαχείρισης για την αντιμετώπιση τους, με τακτική ανίχνευση της καλλιέργειας τους και να υιοθετούν την χρήση βιολογικών μεθόδων και σκευασμάτων, με φερομόνες και εξαπόλυση φυσικών θηρευτών, εκχυλίσματα φυτών κ.α.

 Ασθένειες

Γενικά το θυμάρι δεν παρουσιάζει προβλήματα ασθενειών. Ωστόσο σε περιοχές με υψηλό ποσοστό βροχοπτώσεων και σε εδάφη με κακή αποστράγγιση προσβάλλεται από ασθένειες της ρίζας , του λαιμού αλλά και του υπέργειου τμήματος. Οι μύκητες που έχουν εντοπισθεί στην καλλιέργεια ανήκουν στα γένη Armillaria, Rhizoctonia ακόμη και Botrytis.

Η προμήθεια υγιούς πολλαπλασιαστικού υλικού, η εφαρμογή κατάλληλων γεωργικών πρακτικών, η έγκαιρη ανίχνευση της καλλιέργειας, η ορθή διάγνωση των ασθενειών σε συνδυασμό με την χρήση των κατάλληλων βιολογικών σκευασμάτων έχουν καλά αποτελέσματα στην πρόληψη των ασθενειών και την προστασία της καλλιέργειας.

 Συγκομιδή

Η έναρξη της συγκομιδής γίνεται το δεύτερο έτος. Η γνώση του κατάλληλου χρόνου πραγματοποίησης της αποτελεί βασική προϋπόθεση για την παραγωγή τελικού προϊόντος με τα καλύτερα ποιοτικά χαρακτηριστικά.

Για παραγωγή αιθέριου ελαίου και ξηρής δρόγης η συγκομιδή γίνεται στην έναρξη της ανθήσεως.

Για διάθεση νωπού προϊόντος συλλέγουμε τις κορυφές των βλαστών (πριν την άνθηση) έτσι ώστε τα φυτά να προάγουν ισχυρή νέα βλάστηση.

Συνήθως στο θυμάρι έχουμε μια συγκομιδή ανά έτος, αλλά είναι δυνατόν να έχουμε 2-3 εφόσον η καλλιέργεια αρδεύεται.

Η διαχείριση της συγκομιδής είναι πολύ κρίσιμη για την καλλιέργεια για αυτό σε υγρές περιοχές πρέπει να είναι συχνή και το ύψος κοπής υψηλό. Τα εργαλεία κοπής πρέπει να είναι κατάλληλα ώστε η χρήση τους να μην καταστρέφει τους βλαστούς και το χρονικό διάστημα μεταξύ των συγκομιδών να μην είναι μεγάλο.

 Χειρισμός μετά την συγκομιδή

Η θερμοκρασία είναι ο πιο σημαντικός παράγοντας για τη διατήρηση της ποιότητας νωπού προϊόντος μετά από τη συγκομιδή.

Η βέλτιστη θερμοκρασία μετά τη συγκομιδή για το νωπό θυμάρι είναι 0ο C. Στη θερμοκρασία αυτή το νωπό προϊόν μπορεί να διατηρηθεί από τρεις έως τέσσερις εβδομάδες (Cantwell και Reid 1986).

Για την ξήρανση του θυμαριού υπάρχουν διάφορες μέθοδοι όπως η φυσική ξήρανση, η ξήρανση με ρεύμα ξηρού αέρα και η ξήρανση με βαθιά κατάψυξη (λυοφυλοποίηση).

Η φυσική ξήρανση είναι αναμφίβολα η πιο παλιά και η πιο ευρέως χρησιμοποιούμενη μέθοδος επεξεργασίας. Χρειάζεται όμως προσοχή καθότι το θυμάρι πρέπει να ξηραίνεται σε θερμοκρασίες χαμηλότερες των 40° C ώστε το τελικό προϊόν, να διατηρεί το άρωμα του και το χρώμα του και να μην εξατμίζεται το αιθέριο έλαιο του.

Η ξήρανση με ρεύμα ξηρού αέρα εφαρμόζεται σήμερα σε πολλές χώρες.

Μετά την ξήρανση, τα φύλλα διαχωρίζονται από τους μίσχους και ακολουθεί το κοσκίνισμα. Το διεθνές πρότυπο προδιαγράφει (ISO 6754:1996) τα ποιοτικά χαρακτηριστικά που πρέπει να πληρεί το αποξηραμένο προϊόν.

Στο αιθέριο έλαιο του θυμαριού υπάρχει ένα ευρύ φάσμα χημειότυπων, ανάλογα με την διαφοροποίηση στην εκατοστιαία περιεκτικότητα των συστατικών του. Τα κύρια συστατικά του είναι η θυμόλη, η καρβακρόλη, η λιναλοόλη, η γερανιόλη η α-τερπινεόλη, και το π-κυμένιο.

Έτσι μπορεί να έχουμε Τ. vulgaris ct thymol, χημειότυπο θυμόλης (κόκκινο θυμάρι) ή το Τ. vulgaris ct. geraniol χημειότυπο γερανιόλης κ.λ.π. Οι πιο συχνοί χημειότυποι αιθέριου ελαίου θυμαριού είναι της θυμόλης και της καρβακρόλης. Τέτοιοι χημειότυποι χαρακτηρίζουν το αιθέριο έλαιο φυτών θυμαριού που καλλιεργούνται ή φύονται σε χαμηλά υψόμετρα κοντά σε παραθαλάσσιες περιοχές ενώ φυτά που καλλιεργούνται ή φύονται σε μεγαλύτερα υψόμετρα παράγουν αιθέριο έλαιο με χημειότυπο λιναλοόλης.

 Συσκευασία - Αποθήκευση

Το θυμάρι ως νωπό προϊόν συσκευάζεται είτε σε φακελάκια από σελοφάν, όταν διατίθεται άμεσα σε καταστήματα και σούπερ μάρκετ είτε σε κατάλληλα αεροστεγώς κλεισμένα χαρτοκιβώτια όταν διατίθεται χύμα και μεταφέρεται σε μεγάλες αποστάσεις.

Ως αποξηραμένο προϊόν, συσκευάζεται σε σκουρόχρωμες γυάλινες συσκευασίες και αποθηκεύεται σε κατάλληλους χώρους όπου η θερμοκρασία παραμένει κάτω από 18 ˚ C.

Το αιθέριο έλαιο του θυμαριού μέχρι την διάθεση του φυλάσσεται σε δροσερό, ξηρό μέρος. Τοποθετείται σε σκουρόχρωμα αεροστεγή γυάλινα μπουκάλια και φροντίζουμε να μην εκτίθεται σε θερμότητα και σε βαρέα μέταλλα.

 Αγορές

Η μεγάλη αγορά στον κόσμο για τα αιθέρια έλαια είναι οι Ηνωμένες Πολιτείες, ακολουθούμενες από την Ιαπωνία και την Ευρώπη.

Ωστόσο, η παραγωγή συνεχίζει να συγκεντρώνεται στην Ευρώπη, με επτά από τις μεγαλύτερες εταιρείες επεξεργασίας αιθέριου ελαίου στον κόσμο. Η Ιαπωνία αντιπροσωπεύει το 10% της παγκόσμιας ζήτησης. Η καναδική αγορά κυριαρχείται από την βιομηχανία αρωμάτων των Ηνωμένων πολιτειών.

Η Γαλλία κυριαρχεί στην αγορά αρωμάτων ανά τον κόσμο και η Ελβετία είναι ένας από τους ηγέτες στον φαρμακευτικό κλάδο.

Η Βρετανία και η Ινδία είναι γνωστό ότι κατέχουν σημαντική θέση στον τομέα των αρωματικών.

Οι περισσότερες χώρες εισάγουν αποξηραμένο θυμάρι κυρίως από την Ισπανία και το Μαρόκο που είναι και οι μεγαλύτερες παραγωγές χώρες παγκοσμίως.

Χρήσεις

Το κύριο συστατικό του αιθέριου ελαίου του θυμαριού, η θυμόλη, χρησιμοποιείται ευρέως στην αρωματοποιία, στην Φαρμακευτική, στην κοσμετολογία καθώς και στην ποτοποιία (παραγωγή λικέρ) (de Rougemont, 1989).

Βρίσκει εφαρμογή στην βιομηχανία τροφίμων και την ζαχαροπλαστική είτε ως αντιοξειδωτικό είτε για να προσδώσει άρωμα και εμφάνιση.

Η θυμόλη είναι αποτελεσματική κατά της σαλμονέλας και του σταφυλόκοκκου.

Οι αντισηπτικές ιδιότητες του θυμαριού λειτουργούν ευεργετικά στο ανοσοποιητικό σύστημα και στις λοιμώξεις του αναπνευστικού.

Χρησιμοποιείται για την αντιμετώπιση δερματολογικών προβλημάτων από ακμή, δερματίτιδα, εκζέματα, τσιμπήματα εντόμων και διευκολύνει την πέψη του στομάχου.

Το αιθέριο έλαιο του χρησιμοποιείται στην αρωματαθεραπεία (χημειότυπος θυμόλης, λιναλοόλης) για την ανακούφιση ρευματικών και ισχιαλγικών παθήσεων.

Είναι χρήσιμο για την διατήρηση καλής στοματικής υγιεινής, λειτουργεί ως αντιμυκητιακό, αντιψωριακό και ως διεγερτικό.

 

Ιωάννης Σταθακόπουλος

Γεωπόνος Μ.sc.

Εγνατία οδός – Τμήμα Πρασίνου - Τομέας Έργων

Εργαστηριακός Συνεργάτης ΤΕΙ Καβάλας

 

Πηγές- Βιβλιογραφία

Β. Ηλιόπουλος, Μελέτη της επίδρασης του ερυθρού οίνου και του αιθέριου ελαίου του θυμαριού στην μικροβιακή χλωρίδα του κρέατος σε διαφορετικές συνθήκες συντήρησης, Αθήνα 2010

  1. Robinson-Bax and R.T.V Fox (2002). Root rots of herbaceous plants caused by Armillaria mellea. Mycologist, 16, pp 21-22doi:10.1017/S0269915X0200616X

Handbook of herbs and spices - K. V. Peter - Βιβλία Google.htm

Rey, C. 1992. Selection of thyme for extreme areas (of Switzerland). Acta Horticultural,306: 66–70.

De Rougemont, G.M. 1989. A field guide to the crops of Britain and Europe,. London: Collins.

http://agris.fao.org/agris-search/search/display.do?f=1992/NL/NL92041.xml;NL9205119

http://www.shareasale.com.

http://www.richters.com/progrow.cgi?search=Thyme&;cart_id=81.1496.

 


Print   Email

Related Articles