Tην περασμένη Τετάρτη, η Eυρωπαϊκή Επιτροπή ενέκρινε το «Σχέδιο δράσης της ΕΕ για μηδενική ρύπανση του αέρα, του νερού και του εδάφους», ένα βασικό παραδοτέο της Ευρωπαϊκής Πράσινης Συμφωνίας.
Σε μια εποχή που το «πρασίνισμα», η προστασία του παγκόσμιου κλίματος, η καθαρή ενέργεια, οι περιβαλλοντικές δράσεις έχουν γίνει …καραμέλα στο στόμα αρμόδιων και αναρμόδιων, ένας μη ανανεώσιμος πόρος, το έδαφος, ζωτικός για τη ζωή στον πλανήτη, παραμένει ξεχασμένος. Σε αντίθεση με το νερό και τον αέρα, για την προστασία των εδαφών δεν υφίσταται ένα συνεκτικό νομικό ευρωπαϊκό πλαίσιο, και τα όποια μέτρα έχουν ληφθεί είναι αποσπασματικά και στην πλειονότητά τους, μη δεσμευτικά.
Και όπως υποστήριξαν, προσφάτως, τα μέλη της Επιτροπής για το Περιβάλλον, τη Δημόσια Υγεία και την Ασφάλεια Τροφίμων του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, η προστασία του θα μπορούσε να ενισχύσει την εδαφική, οικονομική και κοινωνική συνοχή της ΕΕ, και να συμβάλλει στην επίτευξη των στόχων της ευρωπαϊκής πράσινης συμφωνίας, του περίφημου Green Deal. Ετσι, για την αποτελεσματική «θεραπεία» του από την υποβάθμιση και τη διάβρωση, με ψήφισμά τους κάλεσαν την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να ετοιμάσει άμεσα ένα νομικό «οχυρό» για τη βιώσιμη αξιοποίηση των εδαφών, προστατεύοντάς τα από φυσικές και ανθρωπογενείς απειλές.
Μάλιστα, όπως επισημαίνει μιλώντας στον «Οικονομικό Ταχυδρόμο» ο Γενικός Γραμματέας της Ακαδημίας Αθηνών και επόπτης του Κέντρου Έρευνας Φυσικής της Ατμόσφαιρας και της Κλιματολογίας, ακαδημαϊκός κ. Χρήστος Σ. Ζερεφός, ακόμη και στον κλιματικό νόμο που συμφωνήθηκε προ ημερών από την Κομισιόν, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο και το Ευρωκοινοβούλιο, υπάρχουν δύο σημαντικές ελλείψεις, το έδαφος και η εκπαίδευση.
Ο Γενικός Γραμματέας της Ακαδημίας Αθηνών και επόπτης του Κέντρου Έρευνας Φυσικής της Ατμόσφαιρας και της Κλιματολογίας, ακαδημαϊκός κ. Χρήστος Σ. Ζερεφός
Δεν είναι τυχαίο ότι, ο Ισπανός ευρωβουλευτής Σέζαρ Λουένα, ο οποίος παρουσίασε για λογαριασμό της Επιτροπής Περιβάλλοντος το σχέδιο στρατηγικής για τη βιοποικιλότητα, στην εισήγηση του έθεσε ως προτεραιότητα τη λήψη μέτρων για την ανάσχεση της ερημοποίησης του εδάφους, το οποίο έχει τον κεντρικό ρόλο στη διατήρηση της φύσης, στην προσφορά τροφίμων και πρώτων υλών, αλλά και στη δέσμευση άνθρακα. «Δεν είναι ακόμη εφικτό να μεταναστεύσουμε σε άλλον πλανήτη. Ούτε για τις επόμενες γενιές θα καταστεί δυνατό. Οπότε πρέπει να ξεπεράσουμε την κλιματική κρίση το αργότερο έως το 2050», λέει χαρακτηριστικά ο κ. Ζερεφός. Σε ευρωπαϊκό επίπεδο, η έλλειψη υδατικών πόρων επιδρά ήδη στο ένα τρίτο της εδαφικής επικράτειας της ΕΕ, επηρεάζοντας περισσότερα από 100 εκατομμύρια πολίτες.
Πάντως, την περασμένη Τετάρτη, η Επιτροπή ενέκρινε το «Σχέδιο δράσης της ΕΕ για μηδενική ρύπανση του αέρα, του νερού και του εδάφους», ένα βασικό παραδοτέο της Ευρωπαϊκής Πράσινης Συμφωνίας. Σε αυτό, προβλέπεται η επανεξέταση της σχετικής ενωσιακής νομοθεσίας, ώστε να εντοπιστούν τα κενά που εξακολουθούν να υπάρχουν και να προσδιοριστούν οι τομείς που υστερούν στην αντιμετώπιση και την πρόληψη της ρύπανσης. Το σχέδιο δράσης θέτει βασικούς στόχους για το 2030, που αφορούν, μεταξύ άλλων, και στη βελτίωση των εδαφών, η οποία θα επιτευχθεί μειώνοντας τις απώλειες σε θρεπτικές ουσίες και τη χρήση χημικών φυτοφαρμάκων κατά 50% και στην ενίσχυση της αποκατάστασής του.
Ερημοποίηση στο 30% της ελληνικής επικράτειας
Η Ελλάδα, όπως και όλη η περιοχή της Νοτιοανατολικής Μεσογείου, βιώνει εδώ και χρόνια τις συνέπειες των αλλαγών του κλίματος στα εδάφη της. Το φαινόμενο της ερημοποίησης επιδεινώνεται λόγω του υδατικού ελλείμματος. Σύμφωνα με τον κ. Ζερεφό, τα πρώτα σημάδια ερημοποίησης τα βλέπουμε σήμερα σε περιοχές της Νοτιοανατολικής Ελλάδας _ κυρίως στα νοτιο-ανατολικά τμήματα της Στερεάς Ελλάδας, της Πελοποννήσου, της Πιερίας και της Κρήτης, όπως και σε ορισμένα νησιά του Αιγαίου.
Μάλιστα, όπως αναφέρει, τα επιστημονικά μοντέλα που «τρέχουν» οι επιστήμονες της Ακαδημίας Αθηνών δείχνουν ότι εάν δεν αντιμετωπιστεί άμεσα η κλιματική κρίση, η ξηρασία, οι υψηλές θερμοκρασίες, η άνοδος της στάθμης της θάλασσας και κατ΄ επέκταση η ερημοποίηση θα πλήξουν σταδιακά έως το 2100 σημαντικό ποσοστό των ελληνικών εδαφών. «Σε 80 χρόνια από σήμερα αναμένεται το 30%-40% της έκτασης της Νοτιοανατολικής Ελλάδας να χτυπηθεί από έντονη ξηρασία, με συνέπεια να ερημοποιηθεί η γη», τονίζει ο κ. Ζερεφός.
Υφαλάτωση στη γη του Καλοχωρίου
Και αυτές οι κλιματικές μεταβλητές, σύμφωνα με τον ίδιο, επηρεάζουν την παραγωγικότητα των καλλιεργειών, αλλά και το τουριστικό προϊόν, τους δύο πιο παραγωγικούς τομείς της Ελλάδας. «Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα του Καλοχωρίου Θεσσαλονίκης, το οποίο ήταν ο λαχανόκηπος της ευρύτερης περιοχής, από τους βυζαντινούς χρόνους έως τις μέρες μας. Όμως εξαιτίας των αλλαγών στο κλίμα, πλέον η μέση στάθμη της θάλασσας βρίσκεται στο ίδιο υψόμετρο με το έδαφος, με συνέπεια το αλμυρό νερό να διεισδύει και να παρατηρείται υφαλάτωση των εδαφών, η οποία είναι καταστροφική για την αγροτική παραγωγή. Το ίδιο συμβαίνει και σε ορισμένα Δέλτα ποταμών, όπως στου Νέστου, ή σε ακτογραμμές με χαμηλό υψόμετρο, όπως στην περιοχή Μεσολογγίου», επισημαίνει ο κ. Ζερεφός.
Επιπλέον, ο αγροτικός τομέας έχει πληγεί και θα υποστεί περισσότερες καταστροφές τα επόμενα χρόνια διότι η εξελισσόμενη ανθρωπογενής κλιματική αλλαγή οδηγεί σε αποσταθεροποίηση των υδάτινων αποθεμάτων του πλανήτη και σε ανακατανομή των βροχοπτώσεων και της έντασής τους, με συνέπεια εύφορα εδάφη να γίνουν ξερά, άγονα και να ερημοποιηθούν και άλλα να βελτιωθούν. Γενικότερα, οι νέες κλιματικές συνθήκες θα φέρουν μετατόπιση των καλλιεργητικών ζωνών, το πιθανότερο προς βορειότερες περιοχές και περισσότερες καταστροφές στις σοδειές με δεδομένο ότι θα αυξηθούν τα θερµόφιλα ζιζάνια αλλά και η ανάπτυξη εντόμων – εχθρών των φυτών.
Σε κίνδυνο το 20% της ακτογραμμής
Αναφερόμενος στο ελληνικό παράκτιο μέτωπο, ο ακαδημαϊκός εστιάζει στις απειλές είτε από φυσικούς κινδύνους (π.χ. διάβρωση) είτε, κυρίως, από ανθρωπογενείς επιδράσεις (π.χ. υπερεκμετάλλευση φυσικών πόρων, αστικοποίηση, αμμοληψίες). «Το πρόβλημα δεν είναι μόνο ελληνικό. Για παράδειγμα, στη Χαβάη, στη διάσημη παραλία Γουακίκι, σύμφωνα με μετρήσεις, έχει χαθεί το 5% της αμμουδιάς τα τελευταία 50 χρόνια. Είναι δεδομένο ότι στις περιοχές όπου θα ανεβαίνει η στάθμη της θάλασσας θα διαβρώνονται οι ακτές και θα χάνονται οι αμμουδιές. Μια αντίστοιχη μελέτη έχει ξεκινήσει τώρα και στην Κρήτη», αναφέρει ο καθηγητής. Επισημαίνει μάλιστα ότι στην Ελλάδα το 20% της ακτογραμμής κινδυνεύει από τη άνοδο της στάθμης της θάλασσας, η οποία έχει επιταχυνθεί τα τελευταία 10 χρόνια, κατατάσσοντάς την στην πρώτη πεντάδα των ευρωπαϊκών χωρών ως προς την παράκτια τρωτότητα.
Πηγή: Μάχη Τράτσα / ot.gr